28 Φεβ 2009

Ονειροπολήσεις ενός «Βλάσφημου» Περιπατητή...



Δύο μικρές αφηγήσεις, δύο φαινομενικότητες για το «ιερό» και το «βλάσφημο».
«Υπέρ του φιλοχρίστου ημών στρατού»... Λόγια που ακούγονται κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, λόγια που προσπαθούν να εξωραΐσουν, να εξαγιάσουν την πιο φρικτή αντικειμενοποίηση του ανθρώπινου εκφυλισμού. Στρατός, ο μηχανισμός που σκορπά το θάνατο, που αγνοεί κάθε έννοια οικουμενικότητας, που προτάσσει τα ιδανικά του ανταγωνισμού, του μίσους, του εθνικισμού, του ιστορικού ρεβανσισμού, μηχανισμός που τρέφεται παρασιτικά από το τσαλαπάτημα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, από την εκμηδένιση του ορθολογισμού. Μηχανισμός που, εν τέλει, προβαίνει στην ακύρωση της ανθρώπινης φύσης, που ευαγγελίζεται το παρά φύσιν...
Για όσους δεν το γνωρίζουν, δεν θέλουν να το θυμούνται ή προτιμούν να το προσπερνούν, πάνω σε κάθε δολοφονικό πυροβόλο άρμα του ελληνικού στρατού δεσπόζει η εικόνα της Αγίας Βαρβάρας (όπως στα πολεμικά πλοία η εικόνα του Αγ. Νικολάου και στα αντίστοιχα αεροσκάφη αυτή των Αγίων Ταξιαρχών). Η εικόνα μιας γυναίκας που αγωνιζόμενη για την αγάπη, την πίστη, την αλληλεγγύη, τη θυσία έφτασε στη θέωση. Η ελληνοχριστιανική κοινωνία, για να την «τιμήσει», την έθεσε επικεφαλής εκείνων των εφευρέσεων που αντιστρατεύονται όλα όσα εκείνη τήρησε με τη ζωή της και σφράγισε με το μαρτυρικό της θάνατο.
Πού καταλήγει μια φαινομενικά ευλαβική απόδοση τιμών όταν φωτίζεται από την ιστορική αλήθεια της συμπόρευσης εκκλησίας - κράτους; Όταν απεκδύεται των εξωραϊσμών και των φτηνών δικαιολογιών περί ιστορικής αναγκαιότητας και χρησιμότητας του στρατού; Όταν υπό το πρίσμα της νηφαλιότητας, της καθαρότητας, κάθε τί «φιλόχριστο» σε αυτόν τον μηχανισμό μετατρέπεται ευθύς σε «αντίχριστο»; Στη διαστρέβλωση, στη βλασφημία...
«Ούτε Θεός ούτε Αφέντης»... Σύνθημα που βγαίνει από τα χείλη εκείνων που μεγάλωσαν με την ιδέα ενός θεού τιμωρού, ενός θεού businessman, ενός θεού ρατσιστή, μικρόψυχου, εκδικητικού, ενός θεού που ευλογεί τα όπλα, τα σύνορα, την ανισότητα, την εκμετάλλευση, τα αφεντικά. Εκείνων που γαλουχήθηκαν με την ιδέα ενός θεού - αφεντικού και τη μόνη παρηγοριά τη βρήκανε σε αφορισμούς νιτσεϊκής έμπνευσης: «Ο θεός πέθανε».
Για όσους δεν το γνωρίζουν, δεν θέλουν να το θυμούνται ή προτιμούν να το προσπερνούν, οι «βλάσφημοι» αυτοί είναι εκείνοι που αρνούμενοι το μονοπώλιο της κρατικής και εξουσιαστικής βίας καταφεύγουν στην ταξική αντί-βία για να εκδιώξουν από τον «οίκο των αδελφών τους» τους σύγχρονους εμπόρους - ψυχών, σωμάτων, συνειδήσεων - και τους φύλακες αυτών. Αντί για φράγκελο κρατούν ξύλινα κοντάρια και βόμβες μολότοφ. Αντί να αναποδογυρίζουν πάγκους με πουλερικά, υφάσματα και αρώματα, βανδαλίζουν, κουκουλωμένοι, τους ναούς του χρήματος, της εμπορευματοποίησης, του καπιταλισμού, της εξουσίας και της εκμετάλλευσης. Είναι εκείνοι που πριν από δύο περίπου χρόνια «εισέβαλλαν» στη θεολογική σχολή Θεσσαλονίκης και επιδόθηκαν σε «καταστροφή» των εκεί εικόνων. Λίγη σημασία έχει για την κοινή, ελληνοχριστιανική, γνώμη ότι τα συνθήματα που έγραψαν (Καλή επ-Ανάσταση, Ούτε θεός ούτε αφέντης, κ.ά.) αποτελούν θεολογία κατά πολύ βαθύτερη από εκείνη των πατριδόπληκτων και ηθικιστών χριστιανών. Λίγη σημασία έχει που οι παρεμβάσεις τους πάνω στις εικόνες Του Χριστού και της Θεοτόκου δεν αποτύπωσαν τελικά τίποτα περισσότερο από την προβολή των ίδιων τους των μορφών: ο Χριστός και η Μητέρα Του ως κουκουλοφόροι, ως δύο από αυτούς...
Πού καταλήγει μια φαινομενικά βλάσφημη πρακτική όταν απελευθερώνεται από τις μικροαστικές φοβίες, την κρατική συκοφαντία και την επιλεκτική σημειολογία; Όταν αποτινάσσει τα δεσμά της συμβατικότητας, του καθωσπρεπισμού και του «άγιου» φετιχισμού; Όταν τολμά να αμφισβητήσει τα πάντα προκειμένου να κερδίσει τα Πάντα;
Στην ιερότητα της παρησσίας, στην παρησσία της ιερότητας...
Δύο μικρές αφηγήσεις, δύο φαινομενικότητες για το «ιερό» και το «βλάσφημο»... Γι’ αυτούς που μαζί με τις άγιες εικόνες υψώνουν και την αλαζονεία τους. Και για εκείνους, που προτιμούν να κουκουλώσουν τα πρόσωπά τους αντί για τις καρδιές τους...

Εξεγερμένο το Νέο Έτος...